Ο δημοσιογράφος και συλλέκτης, Άρης Λουπάσης, δημοσίευσε στο Instagram μια σπάνια φωτογραφία από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, στην οποία βλέπουμε τη Γεωργία Βασιλειάδου με τον δεύτερο σύζυγό της, Κώστα Γάμπαρο.
Γράφει ο Άρης Λουπάσης στην ανάρτησή του:
“Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, η Γεωργία Βασιλειάδου διανύει τα πρώτα χρόνια των μεγάλων καλλιτεχνικών της επιτυχιών που την καθιερώνουν ως αστέρι πρώτου μεγέθους. Δίπλα της, ο δεύτερος και τελευταίος σύζυγός της Κώστας Γάμπαρος, με τον οποίο μοιράστηκε μια βαθιά και αληθινή αγάπη.
Η πρώτη τους συνάντηση έγινε το 1945 έξω από το θέατρο “Σαμαρτζή”, όπου εκείνη πρωταγωνιστούσε στην επιθεώρηση “Περάστε όλοι” μαζί με τον Ορέστη Μακρή και τις αδελφές Καλουτά. Εκείνος, νεαρός φαντάρος, αρκετά μικρότερός της, ετοιμαζόταν να φύγει για τη Μέση Ανατολή, όμως η προσωπικότητα της μεγάλης κωμικού τον κράτησε στην Ελλάδα. Μερικούς μήνες αργότερα, αποφάσισαν να ενώσουν τις ζωές τους, με τη Γεωργία να φορά ένα νυφικό που της χάρισε η Άννα Καλουτά.
Το ζευγάρι μετακόμισε στο Ηράκλειο Αττικής στην οδό Ζεφύρου, όπου έστησαν το σπιτικό τους με αγάπη και φροντίδα μαζί με τη μοναχοκόρη της Φωτεινή, από τον πρώτο της γάμο με έναν έμπορο. Τον Απρίλιο του 1959, στο απόγειο της καριέρας της, αποφασίζει να κατέβει υποψήφια δημοτική σύμβουλος στην περιοχή της με τον συνδυασμό του υποψηφίου δημάρχου Νίκου Σπυρόπουλου όπου και εξελέγη με μεγάλη επιτυχία. Παρά τις εξαντλητικές υποχρεώσεις της στο θέατρο και τον κιν/φο, κατόρθωσε να ανταποκριθεί επάξια στα καθήκοντά της, συμμετέχοντας ενεργά στα δημοτικά συμβούλια και προσφέροντας σημαντική στήριξη στους συμπολίτες της.
Λίγα χρόνια αργότερα όπου ο Κώστας εργάζεται ως σοφέρ του Βραζιλιάνου Πρέσβη στην Ελλάδα, το ζευγάρι μετακόμισε στο Μαρούσι, σε ένα σπίτι που έχτισαν με μεράκι και φροντίδα, περνώντας εκεί τα πιο ευτυχισμένα χρόνια της ζωής τους. Η αγάπη και ο σεβασμός που μοιράστηκαν, αποτέλεσαν το θεμέλιο της ευτυχίας τους μέχρι τον χαμό της μεγάλης κωμικού τον Φεβρουάριο του 1980.
Ο ποιητής Γιώργος Χρονάς, αναφερόμενος στη “κωμικιά των κωμικών”, είχε πει χαρακτηριστικά: «Υπήρξε το μεγαλύτερο φάρμακο στην παγκόσμια κωμική σκηνή εναντίον της μελαγχολίας και της κατάθλιψης. Μπορούσε να κάνει έναν καταθλιπτικό ή βαριά άρρωστο να γελάσει με κάτι ασήμαντο, και αυτό από μόνο του είναι μεγαλειώδες». Υπήρξε μία και μοναδική”.