Search
Close this search box.
Sir Cecil Beaton: Ο δανδής που επινόησε τη λάμψη
Αυτοπροσωπογραφία του φωτογράφου Cecil Beaton σε τραπέζι με στυλό στο χέρι, σύνθεση λουλουδιών σε ψάθινο καλάθι στα αριστερά και αντίκα φωτογραφική μηχανή στα δεξιά, περίπου τη δεκαετία του 1940.
Αυτοπροσωπογραφία του φωτογράφου Cecil Beaton σε τραπέζι με στυλό στο χέρι, σύνθεση λουλουδιών σε ψάθινο καλάθι στα αριστερά και αντίκα φωτογραφική μηχανή στα δεξιά, περίπου τη δεκαετία του 1940. (Photo by Cecil Beaton/Condé Nast via Getty Images)

Υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν φωτογράφισαν απλώς τον 20ό αιώνα, αλλά τον επινόησαν από την αρχή, τον σκηνοθέτησαν, τον έντυσαν, τον γυάλισαν και τον αιχμαλώτισαν σε εικόνες που έγιναν σύμβολα μιας ολόκληρης εποχής. Ο Sir Cecil Beaton ήταν ένας από αυτούς τους σπάνιους δημιουργούς που διαμόρφωσαν την πραγματικότητα. Με αφορμή τη μεγάλη έκθεση Cecil Beaton’s Fashionable World στη National Portrait Gallery του Λονδίνου, που ξεκίνησε στις 9 Οκτωβρίου 2025 και θα διαρκέσει έως τις 11 Ιανουαρίου 2026, η ιστορία του μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που μεταμόρφωσε τη λάμψη σε τέχνη και την τέχνη σε προσωπική εξομολόγηση.

Ο δανδής που γεννήθηκε… για να εφεύρει τον εαυτό του

Γεννημένος το 1904 στο Λονδίνο, ο Σέσιλ Μπίτον μεγάλωσε μέσα σε έναν κόσμο προνομιούχο αλλά κάπως άχρωμο, έναν κόσμο που ο ίδιος αποφάσισε να “ξαναζωγραφίσει”. Με μια Kodak 3A και τη νταντά του να του δείχνει πώς λειτουργεί η κάμερα, άνοιξε μια χαραμάδα σε έναν ολόδικό του σύμπαν. Αργότερα, στο Cambridge, σπούδασε Ιστορία, Τέχνη και Αρχιτεκτονική, μα η πραγματική του σπουδή ήταν η ίδια η κοινωνία. Οι πόζες της, οι ανασφάλειές της, οι μάσκες της.

Αυτοπροσωπογραφία του φωτογράφου Cecil Beaton με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι σε σκαλωσιά στο στούντιο.
Αυτοπροσωπογραφία του φωτογράφου Cecil Beaton με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι σε σκαλωσιά στο στούντιο. (Photo by Cecil Beaton/Condé Nast via Getty Images)

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 έγινε μέλος των θρυλικών Bright Young Things, της πιο μποέμικης, θορυβώδους και αυτοδημιούργητης παρέας της εποχής. Μέσα σε αυτούς βρήκε τον χώρο για να πειραματιστεί: Αλουμινόχαρτα, πλαστικά φόντα, θεατρικότητα, παγωμένο σουρεαλιστικό χιούμορ, όλα αυτά τα στοιχεία που αργότερα θα όριζαν το ιδίωμα “Beaton”.

Ο «Βασιλιάς της Φωτογραφίας» και η λάμψη που δεν συγχωρούσε

Το 1926 υπέγραψε το συμβόλαιο που θα άλλαζε τα πάντα: Condé Nast, Vogue, Vanity Fair. Για τις επόμενες δεκαετίες ο Μπίτον ήταν κάτι σαν βασιλιάς χωρίς στέμμα, ένας άνθρωπος που ήξερε πώς να συλλαμβάνει την ομορφιά τη στιγμή ακριβώς που έμοιαζε αβίαστη. Φωτογράφισε τη μόδα, το Χόλιγουντ, την αριστοκρατία, την ίδια την ιδέα της διασημότητας.

Το 1937 έγινε ο επίσημος φωτογράφος της βρετανικής βασιλικής οικογένειας, δημιουργώντας εικόνες που έγραψαν ιστορία, από τα πορτρέτα της Queen Elizabeth έως τη μνημειώδη απεικόνιση της στέψης της Queen Elizabeth II το 1953.

Η λάμψη του Cecil Beaton είχε φως αλλά είχε και μαχαίρι

Ο Cecil Beaton ήταν όμως και ο άντρας που μπορούσε να βλέπει πίσω από τις μάσκες. Η σχέση του με τη λάμψη δεν ήταν τρυφερή. Ήταν διαπεραστική, απαιτητική, συχνά σκληρή, σαν να χρησιμοποιούσε τη φωτογραφική του μηχανή ως εργαλείο ανατομίας. Δεν τον ενδιέφερε απλώς η εικόνα, τον ένοιαζε η αλήθεια που κρυβόταν από πίσω, και αυτή η αλήθεια δεν ήταν πάντα όμορφη. Τόσο σκληρή, που ο Jean Cocteau τον βάφτισε Malice in Wonderland, ένα παρατσούκλι που συνόψιζε με ακρίβεια την οξύτητα του βλέμματός του. Και ο λόγος που τον βάφτισε έτσι; Τα ημερολόγιά του. Έξι δημοσιευμένοι τόμοι που έδωσαν μόνο μια πρόγευση… Γιατί τα πρωτότυπα χειρόγραφα ήταν ένα άλλο σύμπαν, πιο σκοτεινό, πιο ωμό, σχεδόν αμείλικτο. Δηλητηριώδες, ανελέητο, ειλικρινές μέχρι βαρβαρότητας, με σχόλια που δεν άφηναν τίποτα όρθιο και που αποκάλυπταν έναν άνθρωπο ικανό να αγαπά την ομορφιά αλλά να σφάζει την υποκρισία χωρίς δεύτερη σκέψη.

Για την Grace Kelly έγραψε ότι «το πρόσωπό της είναι βαρύ, σαν μοσχαροκεφαλή».

Για την Katharine Hepburn ότι είναι «η μεγαλύτερη εγωμανής όλων των εποχών».

H ηθοποιός Katharine Hepburn, στέκεται με τις γροθιές της στους κροτάφους της και τους αγκώνες της να ακουμπούν σε μια μπάλα. Φωτογραφημένη από τον Cecil Beaton για το Vanity Fair 1935.
H ηθοποιός Katharine Hepburn, στέκεται με τις γροθιές της στους κροτάφους της και τους αγκώνες της να ακουμπούν σε μια μπάλα. Φωτογραφημένη από τον Cecil Beaton για το Vanity Fair 1935.(Photo by Cecil Beaton/Conde Nast via Getty Images)

Την Elizabeth Taylor τη μισούσε τόσο, που όταν του ζήτησαν να την ξαναφωτογραφήσει, ζήτησε επίτηδες εξωφρενική αμοιβή για να τον αρνηθούν.

Στον Salvador Dalí σχολίαζε την «απαίσια κακοσμία».

O Salvador Dali, κοιτάζοντας προς τη μία πλευρά, κρατώντας εξοπλισμό ξιφασκίας, φωτογραφημένος από τον Cecil Beaton για τη Vogue 1936.
O Salvador Dali, κοιτάζοντας προς τη μία πλευρά, κρατώντας εξοπλισμό ξιφασκίας, φωτογραφημένος από τον Cecil Beaton για τη Vogue 1936. (Photo by Cecil Beaton/Condé Nast via Getty Images)

Και στην Julie Andrews είπε την αθάνατη φράση: «Έχεις το πιο αντι-φωτογραφικό πρόσωπο που έχω δει ποτέ».

Ο πόλεμος που του άλλαξε το βλέμμα

Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, άφησε τα γυαλιστερά στούντιο και ταξίδεψε σε μέτωπα, σε νοσοκομεία, σε βομβαρδισμένα τετράγωνα του Λονδίνου. Το Υπουργείο Πληροφοριών τον έκανε επίσημο πολεμικό φωτογράφο και ο Beaton έδειξε ότι η ευαισθησία και η σοβαρότητα δεν ήταν καθόλου ξένες για εκείνον και τον φακό του.

 «Αποκάλυψη», 1941. Οι δίδυμοι πύργοι με το ρολόι του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Παύλου φαίνονται μέσα από τις ζημιές από τη βόμβα. Από τον πίνακα «Αέρας της Δόξας», του Cecil Beaton. [Γραφείο Χαρτικών της Αυτού Μεγαλειότητας, Λονδίνο, 1941] Ο καλλιτέχνης Cecil Beaton.
«Αποκάλυψη», 1941. Οι δίδυμοι πύργοι με το ρολόι του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Παύλου φαίνονται μέσα από τις ζημιές από τη βόμβα. Από τον πίνακα «Αέρας της Δόξας», του Cecil Beaton. [Γραφείο Χαρτικών της Αυτού Μεγαλειότητας, Λονδίνο, 1941] Ο καλλιτέχνης Cecil Beaton. (Photo by The Print Collector/Getty Images)

Η φωτογραφία της μικρής Eileen Dunne, ξαπλωμένης με το λούτρινο αρκουδάκι της μετά από βομβαρδισμό, έγινε εξώφυλλο στο Life και σύμβολο της αντοχής ενός ολόκληρου έθνους. Εκείνη τη στιγμή, ο Βeaton αποδείκνυε ότι μπορούσε να δει την ανθρωπιά όπως έβλεπε και τη λάμψη, με απόλυτη διορατικότητα.

Η τρίχρονη Eileen Dunne, θύμα του London Blitz, στο νοσοκομείο, 1940 από τον Cecil Beaton 1904-1980.
Η τρίχρονη Eileen Dunne, θύμα του London Blitz, στο νοσοκομείο, 1940 από τον Cecil Beaton 1904-1980. (Photo by: Photo 12/Universal Images Group via Getty Images)

Hollywood, Broadway και η τέχνη των κόσμων

Στη δεκαετία του 1950 και του 1960, ο Beaton πέρασε στη σκηνογραφία και στα κοστούμια, δημιουργώντας εικόνες τόσο ολοκληρωμένες όσο και οι φωτογραφίες του. Με το Gigi και το My Fair Lady κέρδισε τρία Όσκαρ και τέσσερα Tony Awards, επηρεάζοντας βαθιά το αισθητικό λεξιλόγιο του κινηματογράφου.

Η κορυφαία στιγμή της ζωής του, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν ήταν ούτε βασιλική ανάθεση ούτε βραβείο. Ήταν η συνάντηση με την Greta Garbo, η εμμονή, η μούσα, η γυναίκα-φάντασμα που σημάδεψε τον τρόπο που αντιλαμβανόταν την ομορφιά.

H ηθοποιός Greta Garbo (1905 - 1990) φορώντας ένα άσπρο πουλόβερ με ζιβάγκο και ξαπλωμένη ανάσκελα χαμογελώντας. Φωτογραφία του Cecil Beaton για τη Vogue 1945.
H ηθοποιός Greta Garbo (1905 – 1990) φορώντας ένα άσπρο πουλόβερ με ζιβάγκο και ξαπλωμένη ανάσκελα χαμογελώντας. Φωτογραφία του Cecil Beaton για τη Vogue 1945. (Photo by Cecil Beaton/Condé Nast via Getty Images)

Η μάχη, η επιμονή και το τέλος ενός μύθου

Το 1972 χρίστηκε Ιππότης. Το 1974 υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό που τον άφησε με μερική παράλυση. Και πάλι όμως δεν λύγισε. Έμαθε να δουλεύει με το αριστερό του χέρι, συνεχίζοντας να φωτογραφίζει σαν να ξαναμάθαινε τον κόσμο από την αρχή. Πέθανε το 1980, τέσσερις ημέρες μετά τα 76α γενέθλιά του, στο σπίτι του στο Wiltshire.

Η κληρονομιά που συνεχίζει να καθορίζει την εικόνα της ομορφιάς

Ο Beaton υπήρξε ο άνθρωπος που έκανε τον φωτογράφο πρωταγωνιστή. Που έκανε τη διασημότητα μια τέχνη αυτοτελή, που μεταμόρφωσε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τη μόδα, το πρόσωπο, τη μυστική ζωή της λάμψης. Επηρέασε βαθιά δημιουργούς όπως ο David Bailey και καθόρισε μια οπτική κληρονομιά που εξακολουθεί να διαπερνά την κουλτούρα της εικόνας.

Η έκθεση στη National Portrait Gallery τιμά τον φωτογράφο, αλλά και τον άνδρα που έμαθε σε μια ολόκληρη εποχή να κοιτάζει τον εαυτό της μέσα από ένα κάδρο που ήταν πάντα μεγαλύτερο από την πραγματικότητα, αλλά και πολύ πιο ειλικρινές.

Tags:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Newsletter

#StayInStyle

Λάβετε ειδοποίηση για νέα άρθρα