Ο δημοσιογράφος και συλλέκτης, Άρης Λουπάσης, δημοσίευσε στο Instagram μια σπάνια φωτογραφία από τη συνάντηση τριών μυθικών προσωπικοτήτων το 1957 στο Παρίσι. Ο λόγος για τη Μαρία Κάλλας, τον “Μαρκήσιο ντε Κουέβας” και τον Salvador Dali.
Γράφει ο Άρης Λουπάσης στην ανάρτησή του:
Παρίσι 1957. Στο επίκεντρο της πολιτιστικής και καλλιτεχνικής ζωής της εποχής, τρεις μυθικές προσωπικότητες συναντιούνται μπροστά στον φωτογραφικό φακό, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα στη μνήμη της τέχνης και του κοσμοπολιτισμού.
Ο “Μαρκήσιος ντε Κουέβας” (αριστερά), ο Χιλιανός που μεταμορφώθηκε σε εστέτ ευεργέτη των τεχνών, δεν ήταν πια ο “Cuevitas” της μικρής κοινωνίας του Σαντιάγο. Είχε γίνει πλέον μια διεθνής φιγούρα, προστάτης του μπαλέτου, συλλέκτης έργων τέχνης, λάτρης της πολυτέλειας και της εκκεντρικότητας και μέλος της πιο εκλεκτής μποέμ της μεταπολεμικής Ευρώπης. Η αγάπη του για το ωραίο, το θεατρικό και το εξαιρετικό, τον έφερε κοντά σε δύο σύγχρονες μυθολογίες: τη Μαρία Κάλλας και τον Σαλβαδόρ Νταλί.
Η Κάλλας, στο απόγειο της δόξας της, προσωποποιούσε την απόλυτη ντίβα. Με την ασύλληπτη φωνή και την εντυπωσιακή της παρουσία, ενσάρκωνε το πάθος της όπερας και της τραγικής τέχνης. Εκείνο το βράδυ στο Παρίσι, το βλέμμα της σμίγει με εκείνο του Νταλί — του κορυφαίου Ισπανού σουρεαλιστή, που κουβαλούσε πάντα την τρέλα της ιδιοφυΐας στο βλέμμα και στο μουστάκι του. Οι κινήσεις του θεατρικές, η σκέψη του ανατρεπτική, η παρουσία του αλησμόνητη.
Και ανάμεσά τους, ο Κουέβας — ο συνδετικός κρίκος. Ευεργέτης, φίλος, συνοδοιπόρος και θαυμαστής και των δύο, είχε υποστηρίξει έργα του Νταλί και είχε ανοίξει τις πόρτες του πολυτελούς διαμερίσματός του στο Muelle Voltaire, το οποίο έσφυζε από καλλιτεχνική ενέργεια και κοινωνική λάμψη. Εκεί γεννιούνταν συνεργασίες, φιλίες και μύθοι. Ήταν επίσης ο άνθρωπος που το πάθος του για την όπερα και το μπαλέτο τον έφερε κοντά με την Κάλλας, την οποία θαύμαζε ειλικρινά για το μεγαλείο και την εσωτερική της δύναμη.
Η φωτογραφία του 1957, που απαθανατίζει τη συνάντηση αυτών των τριών εκρηκτικών προσωπικοτήτων, δεν είναι απλώς ένα στιγμιότυπο εποχής. Είναι η απόδειξη ότι εκείνη την περίοδο, το Παρίσι ήταν ακόμη το σταυροδρόμι των ιδεών, των αισθημάτων και της υπερβολής. Εκεί όπου η τέχνη δεν ήταν απλώς δημιουργία, αλλά τρόπος ζωής. Και οι άνθρωποι της, θεότητες μιας καθημερινής μυθολογίας — σαν όνειρο που άνθισε για να μείνει για πάντα ζωντανό στη μνήμη της Ιστορίας.