Μεγάλωσε στα κινηματογραφικά πλατό – η μαμά της ήταν υπεύθυνη σκριπτ, ο πατέρας της σκηνογράφος. Ξεκίνησε την καριέρα της μόλις 9 χρονών και στα 18 της ήταν ήδη superstar – η φρενίτιδα των ταινιών «Twilight» την είχε αναγάγει απότομα σε teenage icon.
Η Kristen Stewart όμως δεν παγιδεύτηκε ποτέ στις προσδοκίες των άλλων. Πάντα αντισυμβατική, ακολούθησε τη δική της πορεία πειραματιζόμενη με ρόλους, σκηνοθέτες, κινηματογραφικά είδη.
Φέτος, περνάει για πρώτη φορά πίσω από την κάμερα, μεταφέροντας στην μεγάλη οθόνη το «The Chronology of Water», το best seller αυτοβιογραφικό βιβλίο της Αμερικανίδας πρώην πρωταθλήτριας κολύμβησης, Lidia Yuknavitch (Λίντια Γιούκναβιτς).
Η ζωή της Γιούκναβιτς είναι ισόποσα τραγική και συναρπαστική: προσπαθώντας να κοιμήσει τη βιαιότητα του πατρικού σπιτιού (ο πατέρας της βίαζε την ίδια και την αδελφή της από τότε που ήταν μικρά κοριτσάκια) κατέφυγε σ’ έναν φαύλο κύκλο αυτοκαταστροφής, αλκοολισμού, εθισμού στα ναρκωτικά και κατάθλιψης. Σώθηκε πέφτοντας στο νερό της πισίνας: πηγαίνοντας στο κολλέγιο με υποτροφία στην κολύμβηση. Παράλληλα, κατάφερε να σπάσει τον κύκλο του διαγενεαλογικού τραύματος βρίσκοντας εκτόνωση στο γράψιμο. Καταγράφοντας με γενναιότητα, ωμά και προκλητικά, τη ζωή της και πώς την επιβίωσε, κυκλοφόρησε το αυτοβιογραφικό βιβλίο της κι έγινε διάσημη. Εκανε 2 αποτυχημένους γάμους, αλλά έγινε μητέρα κι ευτυχισμένη σύντροφος στον τρίτο. Επιτέλους ανακάλυψε ότι η αγάπη δεν είναι συνώνυμη του πόνου.
Όχι και το πιο εύκολο θέμα για πρώτη απόπειρα στη σκηνοθεσία. Συναντήσαμε την Stewart στη σουίτα της Chanel (είναι πρέσβειρα του Οίκου, άλλωστε) στο ξενοδοχείο Carlton και τη ρωτήσαμε γιατί επέλεξε κάτι τόσο δύσκολο, προκλητικό κι επώδυνο για να πειραματιστεί πίσω από τις κάμερες.
Κάθισε απέναντί μας με αυτοπεποίθηση και τσαμπουκά, ειλικρίνεια αλλά και νευρικότητα – με την υπόγεια ένταση που κουβαλούν στο βλέμμα οι άνθρωποι που τους είναι απολύτως απαραίτητο να επικοινωνήσουν, να γίνουν κατανοητοί. Γιατί έχουν κάτι σημαντικό, κάτι αναγκαίο να πουν.
Έχεις έρθει πολλές φορές ως πρωταγωνίστρια στο κόκκινο χαλί των Καννών. Τώρα όμως έρχεσαι πρώτη φορά ως σκηνοθέτις. Ήθελες πάντα να περάσεις πίσω από τις κάμερες;
Όταν ήμουν 9 χρονών, είχα πει στη μητέρα μου ότι σκοπεύω να μείνω στην ιστορία ως η πιο νέα σκηνοθέτις – θα σκηνοθετούσα μία μεγάλου μήκους ταινία πριν τα 18 μου. Ευτυχώς, αυτό δεν συνέβη (γελάει).
Πιστεύω ότι για να διανύσεις τη γέφυρα μεταξύ ηθοποιίας και σκηνοθεσίας, πρέπει να γράψεις πρώτα μίλια. Να έχεις εμπειρίες, τόσο από το σινεμά όσο κι από τη ζωή, για να πάρεις τα απαραίτητα εφόδια και να περάσεις πίσω από την κάμερα. Νομίζω ότι για χρόνια μάζευα ιδέες – κείμενα, εικόνες, τραγούδια που μου έδειχναν το δρόμο να βρω τη δική μου φωνή. Κι ίσως περίμενα την αφορμή, το πρότζεκτ στο οποίο δεν θα μπορούσα να αντισταθώ. Που θα ένιωθα στο στομάχι μου την ανάγκη να το κάνω.

Γιατί το «Chronology of Water» γέννησε αυτή την ανάγκη; Η ιστορία της Lidia Yuknavitch είναι συγκλονιστική φυσικά, αλλά με ποιο κομμάτι συνδέθηκες εσύ προσωπικά και θέλησες αυτό να υπογράψει το σκηνοθετικό σου ντεμπούτο;
Νομίζω ότι είχα διαβάσει μόνο τις πρώτες 20-30 σελίδες της ομότιτλης αυτοβιογραφίας της όταν σκέφτηκα ότι θέλω να γνωρίσω αυτή τη γυναίκα και να της πω «θα κρατήσω το βιβλίο σου δίπλα στο μαξιλάρι μου και θα το διαβάζω συνέχεια για όλη μου τη ζωή». Ο τρόπος που περιγράφει όλα όσα επιβίωσε και ο τρόπος που τα ξεπέρασε θα μείνουν για πάντα στην καρδιά μου – έτσι ένιωσα. Αυτή η γυναίκα είχε το θάρρος να αποκαλύψει και τα πιο σκοτεινά σημεία της, το τραύμα, τους φόβους της και να το κάνει να μοιάζει με αγάπη. Η γενναία της γλώσσα, τα μηνύματα που έστελνε στον κόσμο με ενέπνευσαν ότι θέλω να ενώσω και τη δική μου φωνή και να τα διαλαλήσω – με όποιον τρόπο μπορούσα.
Ακούγεται σαν μία ψυχοθεραπευτική εμπειρία…
Αυτό ακριβώς. Διάβαζα το βιβλίο και κάθε 5-10 σελίδες έπρεπε να σταματήσω και να μοιραστώ κάτι με τους φίλους μου στο δωμάτιο. Ήταν πράγματα που με απασχολούσαν και προσωπικά, αλλά δεν ήξερα πώς να τα εκφράσω. Έδειχναν το δρόμο για την έξοδο πολλών σκοταδιών μέσα μου. Για αυτό και δεν πιστεύω ότι το βιβλίο, κι ελπίζω ούτε και η ταινία, στέκονται στις τραγωδίες της ζωής της Λίντια. Δεν με ενδιέφερε αυτό, δε θα έκανα μία βιογραφική ταινία. Αυτό με το οποίο συνδέθηκα διαβάζοντας το βιβλίο, κι αυτό που ήθελα να φωτίσω, είναι το πώς οι άνθρωποι μεταβολίζουμε το τραύμα. Πώς μετατρέπουμε τον πόνο σε κάτι όμορφο, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Δεν χρειάζεται να έχεις περάσει κακοποίηση τέτοιου βαθμού για να νιώσεις τη Λίντια – αν και θεωρώ ότι όλες οι γυναίκες έχουμε κάποια στιγμή κακοποιηθεί, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Είναι βάρβαρη εμπειρία να είσαι γυναίκα. Από τη στιγμή που γεννιέσαι μέσα σε σώμα γυναικείο, θα συναντήσεις κακοποίηση, βία, παραβίαση. Από πολύ μικρή ηλικία μάς μαθαίνουν ότι είμαστε δοχεία, το σώμα μας ετεροκαθορίζεται σε σχέση με τις ανάγκες των άλλων, κι αυτό το διδασκόμαστε υπόγεια, ύπουλα, από μία ευρύτερη κυρίαρχη κουλτούρα, πάνω στην οποία δεν έχουμε κανένα έλεγχο. Οι εικόνες που μαζικά καταναλώνουμε, τα λόγια που ακούμε, τα λόγια που δεν επιτρέπεται να πούμε, οι ενοχές για πράγματα φυσιολογικά – όπως «αδιαθέτησα», λες και είναι κάτι σιχαμερό. Ω, η Λίντια μιλάει για όλα κι εγώ ήθελα να τα δείξω όλα.
Έγραφες το σενάριο εδώ και 8 χρόνια. Ήταν δύσκολο να αποφασίσεις πώς θα αφηγηθείς αυτή την ιστορία κινηματογραφικά;
Ναι, γιατί έχει πάρα πολλά επίπεδα αυτή η γυναίκα. Είναι σαν να έχει ζήσει 5 ζωές. Όσο την έγραφα με ρωτούσαν τι διαπραγματεύεται η ταινία μου και δεν ήξερα τι να απαντήσω. Πώς οι γονείς μας μάς δίνουν ζωή και μάς την παίρνουν; Πώς επιβιώνουμε; Πώς αντιμετωπίζουμε τον έρωτα στην ψυχή και το σώμα μας; Πώς ξεπερνάμε τις απώλειες; Πώς λειτουργεί η μνήμη ως εργαλείο που μας ενδυναμώνει ή μάς ευνουχίζει; Είναι μία ταινία για την αγάπη, τη βία, τη δύναμη, το σώμα, την επιθυμία, την απώλεια.
Και το νερό. Η Λίντια άρχισε να στέκεται στα πόδια της όταν ξεκίνησε τον πρωταθλητισμό στην κολύμβηση. Η σχέση της με το νερό ήταν θεραπευτική. Ποια είναι η δική σου;
(Γελάει). Έχει πλάκα γιατί είμαι ό,τι κοντινότερο σε γάτα: δεν μου αρέσει να βρέχομαι. Το νερό έχει κυριολεκτική και μεταφορική χρήση – τόσο στο βιβλίο, όσο και στην ταινία. Αν το καλοσκεφτείς, στο νερό ο άνθρωπος επιπλέει. Αλλά πρέπει να αφεθείς, να το εμπιστευθείς. Αν παλεύεις κι αντιστέκεσαι, μπορεί να πνιγείς. Το νερό σε γαληνεύει, σε ξεπλένει. Όμως παράλληλα σε διαβρώνει. Σε αλλάζει. Σε μεταφέρει αλλού. Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι ξέρω τι οδήγησε τη Λίντια να γίνει κολυμβήτρια, όμως πιστεύω ότι στο νερό ένιωσε ασφάλεια. Ένιωσε ότι το νερό θα την κουβαλήσει, θα την πάει κάπου αλλού. Μπορεί να μην μπορούσε να ξεφύγει από το σπίτι της και τη βαρβαρότητα που ζούσε, όμως μέσα στο νερό ένιωθε να μετακινείται. Οι άνθρωποι μπορεί να μην καταφέρουμε ποτέ να επιλύσουμε τα ψυχικά μας τραύματα. Και ίσως αυτό μάς κάνει να νιώθουμε αδύναμοι, λίγοι. Μπορεί όμως η κάθαρση να έρθει από την αποδοχή της αδυναμίας μας. Ίσως αυτό φέρει λύτρωση, απενοχοποίηση. Διαβάζοντας το βιβλίο ένιωσα ότι έδινε ένα τέτοιο πρόσταγμα συγχώρεσης, εξιλέωσης. Κι αυτό εγώ ήθελα να το κάνω ταινία.
Ένα πρότζεκτ που παίρνει σχεδόν μία δεκαετία από τη ζωή σου, την καριέρα σου. Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία και πιο το μεγαλύτερο μάθημα που πήρες από την εμπειρία της πρώτης σκηνοθεσίας;
Πράγματι, μού πήρε πάρα πολλά χρόνια για να ολοκληρώσω την ταινία. Όλα πήγαιναν κατά διαόλου. Κάθε μέρα προβλήματα, κάθε μέρα εμπόδια, κάθε μέρα λυγίζαμε. Ένα πρότζεκτ-ναυάγιο. Ήταν μία συνεχής πάλη με τις αντιξοότητες, όμως αυτό ταίριαζε και με την ιστορία της Λίντια. Η ζωή της ήταν μία συνεχής πάλη με τις αντιξοότητες. Επίσης, κατά έναν περίεργο τρόπο, το γεγονός ότι δεν είχα καμία άλλη εμπειρία στη σκηνοθεσία, με έκανε να δέχομαι τα εμπόδια με μεγαλύτερη υπομονή. Νομίζω ότι κανείς «επαγγελματίας» σκηνοθέτης δε θα άντεχε τόσες δυσκολίες, δε θα ανεχόταν τόσα προβλήματα. Θα έβλεπε ότι το πρότζεκτ ναυαγούσε και θα το άφηνε για κάτι άλλο. Εγώ όμως δεν ήμουν επαγγελματίας. Ήθελα με πάθος να πω αυτή την ιστορία και θα περνούσα τα πάνδεινα για να τα καταφέρω. Ήμουν απελπισμένη κι η απελπισία μου φαίνεται και στην ταινία και ταιριάζει γάντι στην ταινία. Οπότε φυσικά κι άξιζε τον κόπο. Όλα λειτούργησαν όπως έπρεπε, είμαι ευγνώμων για όλα.
Τώρα, το μεγαλύτερο μάθημα ήταν ότι ένας σκηνοθέτης πρέπει ανά πάσα στιγμή να έχει τη διαύγεια και να παίρνει αποφάσεις. Να είναι ευέλικτος και να μη μένει κολλημένος στο πρόγραμμα, το σχέδιο, το όραμα. Το σενάριο ήταν γραμμένο πολύ αναλυτικά και συγκεκριμένα. Όμως, κάθε μέρα στο γύρισμα έβγαιναν και νέες ιδέες. Νέες εικόνες. Αισθανόμουν μεγάλη ευθύνη – άραγε κατάφερα να συλλάβω όλες αυτές τις «πεταλούδες», ή μου το έσκασαν; Έπρεπε να αφήνω χώρο σε αυτές τις συνεχείς εκπλήξεις που επέτρεπαν δημιουργική ελευθερία, ή έπρεπε να τιμήσω το σενάριο μου και να μην το παραβιάζω; Αυτές οι καθημερινές αποφάσεις ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για μένα. Ήταν μία επώδυνη διαδικασία γιατί δεν ήξερα, ένιωθα μεγάλη ανασφάλεια για το αν διαλέγω το σωστό. Και πάλι, όμως: η ίδια η ταινία, αυτή η ιστορία, αυτή η ηρωίδα περνούσε παρόμοιες επώδυνες αγωνίες για να ανακαλύψει ποια είναι, που πάει, τι θέλει από τη ζωή της. Οπότε η δική μου ανασφαλής ταλάντωση ταίριαζε, κούμπωνε. Νιώθω απίστευτα τυχερή γιατί βρήκα συνεργάτες που είχαν την όρεξη να προσεγγίσουμε το γύρισμα και την κατασκευή της ταινίας με αυτή την free jazz, αιθέρια αντίληψη. Ήταν μία απίστευτη εμπειρία.

Τώρα που πέρασες στην άλλη όχθη κατάλαβες λίγο περισσότερο τους σκηνοθέτες; Θα άλλαζες τον τρόπο που συνεργάζεσαι ως ηθοποιός μαζί τους;
Νομίζω ότι ως ηθοποιός είχα πολλές ερωτήσεις για τους σκηνοθέτες μου. Τους έπρηζα (γελάει). Έψαχνα τα αίτια σε κάθε ηρωίδα μου, ρωτούσα, ανέλυα, αμφισβητούσα. Τώρα κατάλαβα ότι οι ηθοποιοί πρέπει να αφήνονται στα χέρια του σκηνοθέτη τους. Να εμπιστεύονται τη δημιουργική διαδικασία. Θα έλεγα στον παλιότερο εαυτό μου να το βουλώσει (γελάει).
Και τι θα συμβούλευες μία πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτη;
Δεν είμαι ο πιο κατάλληλος άνθρωπος για συμβουλές. Γιατί δεν χάραξα στρατηγικά κάποια καριέρα, δεν με ενδιέφερε η φήμη, το στάτους μου. Ήθελα να κάνω επιλογές που απολαμβάνω και νιώθω ότι κάτι κερδίζω από αυτές. Το μόνο που θα μπορούσα να πω σε μία νέα σκηνοθέτη είναι να εμπιστευτεί τη δική της ματιά, τις ιδέες της. Να μην ακούσει κανέναν και να μην ακολουθήσει τις οδηγίες κανενός. Αν υποταχθείς σε κανόνες, αν πας να ακολουθήσεις ρεύματα της εποχής, αν δεν είναι φρέσκο και δικό σου αυτό που προτείνεις, θα καταλήξεις με μια ταινία που έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν. Με ένα κομφορμιστικό, βαρετό αποτέλεσμα, με μια μανιέρα. Και ποιος θα ήθελε κάτι τέτοιο;
Εδώ και αρκετά χρόνια μιλάμε για την ανάγκη να βλέπουμε και να ακούμε πραγματικές γυναικείες ιστορίες. Ότι χρειαζόμαστε γυναίκες πίσω από το φακό για να δείχνουν αληθινές γυναίκες στην οθόνη – κι όχι ετεροκαθορισμένες ιστορίες κάτω από το αντρικό βλέμμα. Κι όσο προσπαθούσαμε για αυτό, ξαφνικά στην Αμερική εκλέγεται ένας σεξιστής, ρατσιστής, ομοφοβικός Πρόεδρος και όλα μοιάζουν να μας επιστρέφουν σε εποχές μεσαίωνα. Πώς το βιώνεις εσύ όλο αυτό; Ως γυναίκα, ως queer, ως καλλιτέχνης, ως πολίτης;
Είμαι πολύ θορυβημένη. Στην Αμερική αυτή τη στιγμή περπατάμε σε τεντωμένο σχοινί και κανείς μας δεν ξέρει τι μάς περιμένει αν πέσουμε. Ιστορικά, βρισκόμαστε στην κόψη ενός πολύ επικίνδυνου ξυραφιού. Κι όχι δε θα σας πω κάτι ρομαντικό. Δεν θα σου χαμογελάσω και θα ψελλίσω κάτι ηλίθιο τύπου «όσο υπάρχει τέχνη, όσο κάνουμε τις ταινίες μας και λέμε τις ιστορίες μας, δε φοβόμαστε τίποτα». Φοβόμαστε. Ιδρώνουν οι παλάμες μου μόνο που σκέφτομαι το αύριο. Μπορεί και να τελειώσαμε, δεν ξέρω. Γιατί η ζωή απέδειξε ότι η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη, τα δικαιώματα δεν είναι δεδομένα, καμία ελευθερία μας δεν είναι δεδομένη κι αυτό το 2025 είναι τρομακτική διαπίστωση. Νομίζω ότι πρέπει να περιμένουμε το χειρότερο σενάριο και ταυτόχρονα να αγωνιζόμαστε για το καλύτερο.
Πιστέψτε με – εσείς τα διαβάζετε, αλλά εμείς ζούμε εκεί, κάτω από τα καπρίτσια αυτού του επικίνδυνου φασίστα. Αυτήν τη στιγμή, στην πατρίδα μου, στο σπίτι μου, αν είσαι διαφορετικός, έχεις ένα στόχο στην πλάτη σου. Κυριολεκτικά. Αν είσαι διαφορετική γυναίκα σου βάζουν τον στόχο στο αιδοίο σου. Γιατί ο Πρόεδρός μας διατείνεται ότι μπορεί να αρπάξει οποιαδήποτε γυναίκα από το αιδοίο της. Θέλω λοιπόν να πω κάτι στον κύριο Τραμπ: τον προκαλώ να επιχειρήσει να αρπάξει το δικό μου. Για να τον δω. Για τολμήστε κύριε Τραμπ. Σας περιμένω. Πάμε!
Φημίζεσαι για τον τσαμπουκά σου. Πριν από χρόνια θυμάμαι, εδώ στις Κάννες, που η άρνηση σου να συμμορφωθείς με το dress code του κόκκινου χαλιού ανάγκασε το φεστιβάλ να αλλάξει το dress code…
Ήταν η χρονιά που ήθελαν να επιβάλουν μόνο ψηλά τακούνια στο κόκκινο χαλί, ναι. Αν είναι δυνατόν στην εποχή μας να υπαγορεύουν στις γυναίκες τι θα φορούν και τι όχι. Όμως, ειρωνικά, φέτος το φεστιβάλ επέστρεψε με νέους κανόνες και περιορισμούς: «όχι see through» φορέματα. Να μην φαίνεται γυναικείο στήθος. Δεν σου κρύβω ότι τρωγόμουν να ανοίξω το σακάκι μου και να περπατήσω topless. Όμως νομίζω ότι η ταινία το έκανε για μένα. Έβγαλε τη γλώσσα σε κάθε πουριτανό.
Πρόσφατα παντρεύτηκες τη σεναριογράφο Ντίλαν Μέγιερ. Τι σημαίνει ο γάμος για μία τόσο αντισυμβατική queer γυναίκα; Αγαπάς το σχήμα της οικογένειας, θέλεις παιδιά;
Κλειδώσαμε τους δρόμους μας σε μια κοινή διαδρομή, τόσο απλά. Βρήκα τον άνθρωπό μου. Μία σύντροφο που έχουμε ένα κοινό βλέμμα στα πράγματα και τη ζωή. Παθιαζόμαστε το ίδιο με τη δουλειά μας, με την πολιτική κατάσταση στον κόσμο, με τους φίλους μας. Αντί τα κοινά μας ενδιαφέροντα να δημιουργήσουν τριβή ή ανταγωνισμό, δυνάμωσαν τη σχέση μας. Μαζί είμαστε δυνατότερες, πιο δημιουργικές, πιο έξυπνες. Κι όταν σου συμβεί αυτό, fuck, δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο. Από την άλλη, δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει στο μέλλον, πώς θα θέλουμε να εξελιχθεί η οικογένειά μας. Πιστεύω ότι κι ένα ζευγάρι από μόνο του αποτελεί οικογένεια. Άλλο ένα ταμπού που πρέπει να σπάσει. Όμως τα αγαπώ τα παιδιά. Κάποια στιγμή θα ήθελα να αποκτήσω.
Από την Πόλυ Λυκούργου
Το θέμα αρχικά φιλοξενήθηκε στο InStyle Greece τεύχος 131 Αύγουστος 2025.