Η μόδα του να πιάνετε τα μαλλιά σας με κλαμεράκι (claw clip) ευθύνεται για την αύξηση των περιστατικών γυναικείας φαλάκρας, σύμφωνα με μια κορυφαία ειδική στο τριχωτό της κεφαλής. Τα κλάμερ, που κυκλοφορούν σε διάφορα στιλ και μεγέθη, αποτελούν απαραίτητο αξεσουάρ μόδας εδώ και μήνες, όμως φαίνεται πως η επαναλαμβανόμενη χρήση τους έχει συνέπειες, καθώς πολλές γυναίκες παραπονιούνται ότι η γραμμή των μαλλιών τους έχει αρχίσει να υποχωρεί ή ότι εμφανίζουν αρκετά κενά σημεία.
Η ειδικός Rachel Valentine δημοσίευσε στο TikTok ότι πρόσφατα είδε δύο πελάτισσες με παρόμοια φθορά στην περιοχή της κορυφής του κεφαλιού, που προκλήθηκε από το γεγονός ότι φορούσαν κάθε μέρα ένα κλαμεράκι στο ίδιο ακριβώς σημείο.

«Η “επιδημία” των χτενισμάτων με κλάμερ είναι ο λόγος που βλέπετε σπάσιμο μαλλιών γύρω από την κορυφή του κεφαλιού σας», είπε. «Καταλαβαίνουμε ότι αυτά τα κοκαλάκια είναι καλύτερα από τα λαστιχάκια και πράγματι είναι. Αλλά αυτό που δεν είναι καλό, είναι να πιάνετε τα μαλλιά σας στο ίδιο σημείο κάθε μέρα. Υπάρχει μεγάλη τάση (ένταση) στο ίδιο σημείο, κάτι που προκαλεί επαναλαμβανόμενη φθορά και σπάσιμο».
Η συνεχής επανάληψη του ίδιου χτενίσματος, ειδικά όταν πρόκειται για σφιχτά πιασίματα ή κλάμερ τοποθετημένα στο ίδιο σημείο, μπορεί να προκαλέσει συνεχή πίεση στις ίνες της τρίχας και, με τον καιρό, να οδηγήσει σε μια πάθηση που ονομάζεται ατροφία από τάση.
Αυτό συμβαίνει όταν τα θυλάκια της τρίχας, οι μικροσκοπικοί πόροι από τους οποίους φυτρώνουν τα μαλλιά, δέχονται υπερβολική πίεση, με αποτέλεσμα να καταστρέφονται, γεγονός που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη τριχόπτωση.
Η Valentine συμβούλεψε τους ακόλουθούς της να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τα κλάμερ, αλλά να τα μετακινούν σε διαφορετικά σημεία του κεφαλιού κάθε μέρα, ή να εναλλάσσουν το πιάσιμο των μαλλιών με το να τα αφήνουν λυτά.
Είπε: «Δυστυχώς, οποιοδήποτε επαναλαμβανόμενο χτένισμα προκαλεί σπάσιμο, επειδή η ένταση στο ίδιο σημείο προκαλεί τη ζημιά. Αλλάξτε το χτένισμά σας και φορέστε το διαφορετικά κάθε μέρα.
Δηλαδή, μια μέρα κλάμερ, την επόμενη ένα μεταξωτό λαστιχάκι, πιάστε τα ψηλά ή χαμηλά, και μετά αφήστε τα κάτω, έτσι θα μοιράσετε την τάση σε όλο το κεφάλι και δεν θα προκαλείται πίεση μόνο σε ένα σημείο».

Επαναλαμβάνοντας τη συμβουλή της, η ομάδα του UK Hair Transplants ανέφερε ότι πολλές παθήσεις των μαλλιών μπορούν να βελτιωθούν εάν εντοπιστούν έγκαιρα και ορισμένες είναι ακόμη και αναστρέψιμες, όμως το κλειδί είναι να μην περιμένετε μέχρι να είναι αργά. Όσον αφορά στην αλωπεκία από έλξη (traction alopecia), η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία. Φροντίστε, λοιπόν, να εναλλάσσετε τα χτενίσματά σας. Αν πρέπει να πιάνετε τα μαλλιά σας πίσω λόγω δουλειάς ή άθλησης, αλλάζετε τη θέση του κλάμερ, ψηλά, χαμηλά ή στο πλάι. Προτείνουν επίσης να αντικαθιστάτε το κλάμερ με μεταξωτό ή ελαστικό λαστιχάκι που δεν “τραβάει”, ώστε να μειώνεται η πίεση που ασκείται συνεχώς στα ίδια σημεία.
Αξίζει επίσης να δίνετε προσοχή στην ένταση. Aν ένα χτένισμα προκαλεί τράβηγμα ή πόνο στο τριχωτό της κεφαλής, αυτό είναι προειδοποιητικό σημάδι ότι πρέπει να το αλλάξετε.
Η αλωπεκία από έλξη (traction alopecia) μπορεί επίσης να προκληθεί από βαριές τρέσες ή πολύ σφιχτές πλεξούδες. Εάν έχετε παρατηρήσει τα πρώτα σημάδια της αλωπεκίας από έλξη, που συνήθως εμφανίζονται με τη μορφή αραίωσης ή σπασμένων τριχών γύρω από την κορυφή και τη γραμμή των μαλλιών, μπορεί να μην είναι ακόμη αργά για να αντιστραφεί η βλάβη.
Ο Βρετανικός Σύνδεσμος Δερματολόγων (British Association of Dermatologists) αναφέρει ότι, αν η πίεση σταματήσει αρκετά νωρίς, τα θυλάκια των τριχών έχουν τη δυνατότητα να επουλωθούν και να ξαναβγάλουν μαλλιά όπως πριν.

Ωστόσο, η μόνη οριστική θεραπεία για την αλωπεκία από έλξη είναι η μεταμόσχευση μαλλιών, μια διαδικασία κατά την οποία τρίχες από το πίσω μέρος του κεφαλιού μεταμοσχεύονται στις περιοχές που έχουν επηρεαστεί.
Υπολογίζεται ότι λιγότερο από το 15% των μεταμοσχεύσεων μαλλιών πραγματοποιούνται σε γυναίκες, όμως τα ποσοστά επιτυχίας είναι εξαιρετικά υψηλά, κυμαινόμενα μεταξύ 85% και 95%. Άλλοι λόγοι για τριχόπτωση στις γυναίκες περιλαμβάνουν ορμονικές αλλαγές, όπως κατά την εμμηνόπαυση ή μετά την εγκυμοσύνη, ανεπάρκειες βιταμινών, καθώς και κληρονομικούς παράγοντες.