Το γιαούρτι αποτελεί ένα από τα τρόφιμα που προτιμούμε καθημερινά αλλά και όταν βρισκόμαστε σε περιόδους ειδικής διατροφής. Οι… συνήθως χαμηλές θερμίδες του, το έχουν εντάξει σε ένα από τα αγαπημένα επιδόρπια ή κυρίως γεύματα αφού μπορούμε να το απολαύσουμε με πολλούς γευστικούς τρόπους. Σκέτο, με μέλι, με φρούτα, ξηρούς καρπούς, μάς χορταίνει χωρίς να μας επιβαρύνει και μας βοηθά στην υγεία με πολλούς τρόπους.
Μία νέα έρευνα έρχεται να μας δώσει και άλλα θετικά στοιχεία για το γιαούρτι καθώς η κατανάλωση βακτηρίων σε τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση, κυρίως του “ζωντανού” γιαουρτιού και ορισμένων ωμών φρούτων και λαχανικών, μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της λειτουργίας του γαστρεντερικού συστήματος.
Από τα πιο σημαντικά οφέλη είναι η μείωση της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, η μείωση της φλεγμονής και η διατήρηση ενός υγιούς βάρους.
Ερευνητές από τη Διεθνή Επιστημονική Ένωση για Προβιοτικά και Πρεβιοτικά (ISAPP) ήθελαν να διαπιστώσουν εάν πρέπει να υπάρχει συνιστάμενη ημερήσια πρόσληψη τροφών πλούσιων σε βακτήρια, παρόμοια με τις συστάσεις για πρόσληψη φυτικών ινών.
Για να πάνε ένα βήμα παρακάτω, οι επιστήμονες διεξήγαγαν μια μελέτη το 2022 για να υπολογίσουν τον αριθμό των ζωντανών βακτηρίων που υπάρχουν σε μεμονωμένα τρόφιμα.
Με αυτά τα δεδομένα, η ερευνητική ομάδα ξεκίνησε να προσδιορίζει εάν η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε ζωντανά μικρόβια γενικά, όχι μόνο σε προβιοτικά, βελτιώνει την υγεία.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο The Journal of Nutrition, χρησιμοποίησε δεδομένα κατανάλωσης τροφίμων από δείγμα 46.091 ενηλίκων.
Αρχικά, η ερευνητική ομάδα προσδιόρισε την ποσότητα τροφής με μέτρια έως υψηλά επίπεδα βακτηρίων που κατανάλωνε κάθε συμμετέχων. Στη συνέχεια, εξέτασε πώς αυτή η πρόσληψη επηρέασε δείκτες υγείας, όπως η χοληστερόλη και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
Μετά τη συλλογή των δεδομένων, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση τροφών με μέτριες έως υψηλές ποσότητες ζωντανών μικροβίων – όπως το γιαούρτι και τα τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση – συσχετίστηκε με βελτιώσεις στην υγεία, συμπεριλαμβανομένου του χαμηλότερου δείκτη μάζας σώματος και της περιφέρειας μέσης. Συσχετίστηκε επίσης με μειωμένη αρτηριακή πίεση, γλυκόζη στο πλάσμα, ινσουλίνη, C-αντιδρώσα πρωτεΐνη και επίπεδα τριγλυκεριδίων. Επιπλέον, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε βακτήρια μπορεί να προάγει υψηλότερα επίπεδα HDL (καλής) χοληστερόλης.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, τα ευρήματά τους υποδηλώνουν ότι οι ενήλικες που αντικαθιστούν 400 γραμμάρια παστεριωμένων, θερμικά επεξεργασμένων ή εξαιρετικά επεξεργασμένων τροφίμων με 400 γραμμάρια τροφών με μέτριες έως υψηλές ποσότητες ζωντανών μικροβίων μπορεί να έχουν οφέλη για την υγεία.
“Αυτή η διατροφική αλλαγή θα μπορούσε να επιτευχθεί καταναλώνοντας για παράδειγμα 200 γρ. γιαουρτιού, μία μερίδα φρέσκων φρούτων (75 γρ.) και μία μερίδα φρέσκων λαχανικών (125 γρ.)”, έγραψαν οι συγγραφείς.
Ωστόσο, υπάρχουν περιορισμοί στη μελέτη. Για παράδειγμα, η ομάδα λέει ότι δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ότι άλλα τρόφιμα χωρίς ζωντανά βακτήρια θα μπορούσαν να έπαιξαν ρόλο στα ευρήματά τους.
Επιπλέον, οι συμμετέχοντες ανέφεραν μόνοι τους τη διατροφική τους πρόσληψη, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποαναφορά ή υπερβολική αναφορά τύπων τροφίμων.
Ωστόσο, οι επιστήμονες λένε ότι τα αποτελέσματα της έρευνάς τους παρέχουν προκαταρκτικά στοιχεία που υποστηρίζουν την ανάπτυξη μιας συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης τροφών με ζωντανά βακτήρια – όπως και οι τρέχουσες ημερήσιες συστάσεις για φυτικές ίνες.