Εμμηνόπαυση: Ποιοι παράγοντες βοηθούν να παραμείνετε σεξουαλικά ενεργές

Η εμμηνόπαυση μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη λίμπιντο της γυναίκας με πολλούς τρόπους. Τα επίπεδα τεστοστερόνης και οιστρογόνων μειώνονται, γεγονός που μπορεί να δυσκολεύει την διέγερση.

Υπάρχουν και άλλες αλλαγές που επηρεάζουν τη σεξουαλική επιθυμία. Όπως το βάρος που αρκετές γυναίκες παίρνουν, λόγω της αλλαγής του μεταβολισμού τους, καθώς και οι νυχτερινές εφιδρώσεις, που κουράζουν ψυχολογικά και σωματικά.

Ωστόσο, μπορεί να παραμείνει μία γυναίκα σεξουαλικά ενεργή στην εμμηνόπαυση και αν ναι, ποιοι είναι οι κρίσιμοι παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η ερωτική της ζωή και η συνέχισή της. Σε αυτό το ερώτημα απάντησαν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Sussex σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Menopause.

Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι η συντροφικότητα και η καλή σωματική υγεία είναι κομβικοί παράγοντες για τη συνέχιση της σεξουαλικής δραστηριότητας στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

H Δρ. Helena Harder και οι συνεργάτες της αξιολόγησαν τα δεδομένα που προέκυψαν βάσει των απαντήσεων σε ερωτηματολόγια για τη σεξουαλική δραστηριότητα που συμπλήρωσαν 24.305 γυναίκες.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι το 65% των γυναικών είχαν ερωτικό σύντροφο και το 22,5% ήταν σεξουαλικά ενεργές. Οι συγγραφείς εξέτασαν τέσσερα σχετικά μεταξύ τους θέματα:

  • Τη διαθεσιμότητα του συντρόφου
  • Τη σωματική και σεξουαλική υγεία
  • Την ψυχική ευεξία και
  • Τις διαπροσωπικές σχέσεις

Σύμφωνα με τα στοιχεία προέκυψε πως η απουσία σεξουαλικής δραστηριότητας οφειλόταν κατά κύριο λόγο στην έλλειψη συντρόφου κυρίως λόγω χηρείας.

Η σεξουαλική δραστηριότητα επηρεαζόταν από:

  • ιατρικές νόσους ή σεξουαλική δυσλειτουργία κατά 27% και 13,5% αντίστοιχα
  • από τη σωματική υγεία των γυναικών ή συμπτώματα που σχετίζονταν με την εμμηνόπαυση κατά 18% και 12,5% αντίστοιχα
  • από συνταγογραφημένη φαρμακευτική αγωγή 7%
  • από χαμηλή λίμπιντο στις γυναίκες ή το σύντροφό τους κατά 16% και 7% αντίστοιχα,
  • από προβλήματα της σχέσης 10,5%
  • και από την προοπτική της γήρανσης 9%.

Οι θετικές σεξουαλικές εμπειρίες αναφέρθηκαν εξαιρετικά σπάνια (3%), ενώ η αναζήτηση ιατρικής βοήθειας για σεξουαλικά προβλήματα έφτανε το 6%.

«Τα ευρήματά μας δεν δείχνουν μόνο ότι τα προβλήματα στη σεξουαλική δραστηριότητα των γυναικών μεγαλύτερης ηλικίας είναι πολυπαραγοντικά, αλλά επίσης ότι οι σεξουαλικές δυσκολίες συχνά δεν αναφέρονται, δεν αναγνωρίζονται και δεν αντιμετωπίζονται όσο συχνά  θα έπρεπε», γράφουν οι ερευνητές.

Tags:

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Newsletter

#StayInStyle

Λάβετε ειδοποίηση για νέα άρθρα