Με αφορμή τη γιορτή της 14ης Ιουλίου, την Εθνική Εορτή της Γαλλίας, αξίζει να θυμηθούμε την ιστορία ενός συμβόλου που γεννήθηκε από ειρωνεία και κατάφερε να γίνει κομμάτι μιας ολόκληρης εθνικής ταυτότητας. Ένα μικρό, περήφανο πουλί που έμαθε να στέκεται ψηλά και να αναγγέλλει κάθε αυγή. Ο πετεινός που τόλμησε να γίνει σύμβολο μιας χώρας.

Κάπου ανάμεσα σε κοιλάδες σκεπασμένες με ομίχλη, σε χωριά με πλακόστρωτες πλατείες και παλιές εκκλησίες με ξύλινα καμπαναριά, υπάρχει ένα πουλί που έχει μάθει να στέκεται πάντα ψηλά. Να κοιτάζει τον ήλιο κατάματα, να αναγγέλλει την αυγή και να θυμίζει στους ανθρώπους πως, όσο κι αν η νύχτα βαραίνει, το φως πάντα επιστρέφει. Αυτός είναι ο γαλλικός πετεινός — και η ιστορία του είναι τόσο παλιά, όσο και η ίδια η Γαλλία.

Πώς όμως ένα τόσο απλό πουλί βρέθηκε να φιγουράρει σε εθνικά εμβλήματα, να στολίζει πύλες παλατιών και να στέκει περήφανο στα γήπεδα του ράγκμπι και στα μετάλλια των Ολυμπιακών; Γιατί οι Γάλλοι δεν διάλεξαν έναν αετό, έναν λέοντα ή έναν δυνατό ταύρο όπως οι υπόλοιποι λαοί; Η απάντηση κρύβεται σε μια απλή λέξη και σε ένα παράξενο παιχνίδι της ιστορίας.
Στα λατινικά, η λέξη “Gallus” σημαίνει δύο πράγματα: “Γαλάτης” (δηλαδή κάτοικος της αρχαίας Γαλατίας, της σημερινής Γαλλίας) και “πετεινός“. Μια γλωσσική σύμπτωση που, όπως συχνά συμβαίνει, γεννήθηκε από ειρωνεία. Οι Ρωμαίοι, που ποτέ δεν συμπάθησαν ιδιαίτερα τους μαχητικούς και απείθαρχους Γαλάτες, άρχισαν να τους κοροϊδεύουν, ταυτίζοντάς τους με το μικρό, φωνακλάδικο πουλί που φουσκώνει σαν μεγάλος στρατηγός αλλά δεν φοβίζει κανέναν... Κι όμως, είναι το ίδιο που, ακόμα κι όταν η νύχτα το απειλεί, στέκει ψηλά και δεν χαμηλώνει το βλέμμα.

Εκεί που οι άλλοι είδαν ειρωνεία, οι Γάλλοι είδαν χαρακτήρα. Ο πετεινός δεν το βάζει κάτω. Στέκεται όρθιος στη βροχή, καλεί το φως, προειδοποιεί για την αδικία, φωνάζει όταν πρέπει, και δεν φοβάται να θυμίσει στους ανθρώπους τις αδυναμίες τους. Η πιο βαθιά και σημαντική σύνδεση του πετεινού με την πίστη πηγάζει από μια ιστορία του Χριστιανισμού, αυτή του Αποστόλου Πέτρου. Όταν ο Ιησούς προανήγγειλε πως πριν ο πετεινός λαλεί, ο Πέτρος θα τον αρνηθεί τρεις φορές, ο πετεινός έγινε σύμβολο μετάνοιας αλλά και ελπίδας. Το λαλισμά του σηματοδοτεί τη στιγμή της συνειδητοποίησης, της ντροπής, αλλά και της συγχώρεσης — ένα κάλεσμα για εγρήγορση και επανεκκίνηση.

Γι’ αυτό, από τον Μεσαίωνα κιόλας, οι εκκλησίες της Γαλλίας στόλισαν τα καμπαναριά τους με μεταλλικούς πετεινούς. Δεν ήταν απλώς διακοσμητικά στοιχεία — ήταν σύμβολα πίστης, αγρύπνιας και επαγρύπνησης. Ο Πάπας Νικόλαος Α’ το 9ο αιώνα εξέδωσε μια διαταγή, επιβάλλοντας την τοποθέτηση πετεινών στις κορυφές των καμπαναριών, θέλοντας να θυμίζει στους πιστούς το σημαντικό μάθημα του Πέτρου: πως κανείς δεν είναι άτρωτος στη δοκιμασία, αλλά όλοι έχουν την ευκαιρία να επανορθώσουν και να σταθούν ξανά όρθιοι.

Με τα χρόνια, ο πετεινός έγινε κάτι παραπάνω από θρησκευτικό σύμβολο. Έγινε το σημάδι ενός λαού που έμαθε να αναγεννιέται μέσα από τις δυσκολίες. Να στέκεται όρθιος μετά από επαναστάσεις, πολέμους, βασιλείς, αυτοκράτορες και κατοχές. Στο πέρασμα των αιώνων, το μικρό αυτό πουλί φιγουράρισε σε νομίσματα, στρατιωτικά λάβαρα, πολεμικά ανακοινωθέντα, αθλητικές εμφανίσεις και προεδρικά ανάκτορα.

Ακόμα και σήμερα, αν περπατήσετε ένα πρωινό σε μια μικρή γαλλική πόλη, θα τον δείτε να γυαλίζει στην άκρη ενός καμπαναριού, να στρέφεται με τον άνεμο και να δηλώνει σιωπηλά: “Η Γαλλία είναι εδώ. Όρθια, περήφανη και έτοιμη για την επόμενη αυγή.”
Κι έτσι, από ένα λογοπαίγνιο που ξεκίνησε ως κοροϊδία, γεννήθηκε ένα σύμβολο που άντεξε βασιλιάδες και επαναστάτες, γνώρισε αυτοκρατορίες και θρόνους που κατέρρευσαν, κι έμεινε εκεί, να λαλεί στις στέγες της Γαλλίας. Γιατί, καμιά φορά, ακόμα και το πιο απλό πουλί μπορεί να σηκώσει μια ολόκληρη χώρα στις φτερούγες του.